- υπογράφοντος
- ὑπογράφοντοςὑπογράφωwrite under: pres part act masc /neut gen sg
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ὑπογράφοντος — ὑπογράφω write under pres part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλαστογραφία — Η κατάρτιση πλαστού ή η νόθευση γνήσιου εγγράφου, με σκοπό την παραπλάνηση άλλου προσώπου όσον αφορά ένα γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, καθώς και η εν γνώσει χρησιμοποίηση πλαστού ή νόθευση εγγράφου. Η π. αποτελεί αξιόποινο αδίκημα … Dictionary of Greek